Το βιβλίο επικεντρώνεται στη συστηματική ερμηνεία των άρθρων του ν. 4251/2014 που διέπουν τις επενδύσεις σε χρηματοοικονομικούς τίτλους ή σε τραπεζική κατάθεση, για την απόκτηση άδειας διαμονής στην Ελλάδα. Παράλληλα, αυτές οι επενδύσεις αντιστοιχίζονται με εκείνες σε ακίνητη περιουσία, καθώς και με άλλες επενδυτικές δραστηριότητες, οι οποίες οδηγούν στην παροχή τέτοιας άδειας, ενώ, επιπρόσθετα, αναλύεται και η διαδικασία έκδοσης θεώρησης εισόδου και άδειας διαμονής. Υπό αυτή την έννοια, αντικείμενο του έργου συνιστά γενικότερα η χορήγηση άδειας διαμονής στην Ελλάδα, εξαιτίας οποιασδήποτε από τις περιπτωσιολογικά προβλεπόμενες για αυτόν τον σκοπό επενδύσεις. Προς τούτο, επιχειρείται μία ερμηνευτική προσέγγιση των επιμέρους κανόνων, όπως αυτοί εξειδικεύονται και στις κατά περίπτωση εκδιδόμενες υπουργικές αποφάσεις.
Πρωταρχική επιδίωξη του έργου είναι η διαφώτιση του εφαρμοστή των σχετικών διατάξεων, στα –πολλά– σημεία όπου η διατύπωσή τους προκαλεί ερμηνευτικά ζητήματα. Μέσα από μία τέτοια –πρακτική– προσέγγιση αναδεικνύεται όμως και η αξιολόγηση του νόμου, ιδίως με γνώμονα τη δυνατότητα επίτευξης των στόχων που τείνει να εξυπηρετήσει, επισημαίνονται δε και λύσεις που θα οδηγούσαν στη βελτίωση του ισχύοντος καθεστώτος.
Το έργο συνιστά την πρώτη σε βάθος διεξοδική ερμηνευτική προσέγγιση των άρθρων 1-36 ν. 4706/20. Το αντικείμενο της μελέτης δεν περιορίζεται στις διατάξεις που έχουν ενταχθεί στο κεφάλαιο που, στον παραπάνω νόμο, φέρει τυπικά τον τίτλο «εταιρική διακυβέρνηση», αλλά εκτείνεται και σε εκείνες με τις οποίες ενσωματώνεται η οδηγία 2017/828/ΕΕ στο ελληνικό δίκαιο και οι οποίες ρυθμίζουν ζητήματα διακυβέρνησης, όπως η ταυτοποίηση των μετόχων, η άσκηση μετοχικών δικαιωμάτων, η πολιτική ενεργού συμμετοχής των θεσμικών επενδυτών και των διαχειριστών περιουσίας και η διαφάνεια σε σχέση με τις υπηρεσίες πληρεξουσίων συμβούλων. Επιπρόσθετα, στο έργο περιλαμβάνεται, στο πλαίσιο της εξέτασης των επιτροπών του διοικητικού συμβουλίου, αυτοτελής αναλυτική ερμηνεία του άρθρου 44 ν. 4449/17 για την επιτροπή ελέγχου, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στις λειτουργίες εσωτερικού ελέγχου και κανονιστικής συμμόρφωσης ως μέρος της οργανωτικής δομής της εταιρίας, η οποία αποτυπώνεται στον κανονισμό λειτουργίας της.
Η κατ’ άρθρο ερμηνεία των διατάξεων του ν. 4706/20, στοχεύει όχι μόνο στην αντιμετώπιση των πρακτικών ζητημάτων που θέτει η εφαρμογή τους, αλλά και στην ανάλυση του γενικότερου συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης που εισάγει ο παραπάνω νόμος, σε συσχέτιση με την ενωσιακή νομοθεσία και με τον ν. 4548/18 για τις ανώνυμες εταιρίες. Καλύπτονται, συνεπώς και οι δύο πόλοι εξουσίας στην ανώνυμη εταιρία, το διοικητικό συμβούλιο και οι μέτοχοι, με επίκεντρο τόσο την ιεραρχική τους θέση στη δομή της εταιρίας όσο και τη συνέργειά τους για την ορθή λειτουργία της. Ειδικά δε ως προς το διοικητικό συμβούλιο, διακρίνεται η διαφορετική αποστολή που αναλαμβάνουν τα εκτελεστικά, τα μη εκτελεστικά και τα ανεξάρτητα μέλη του, ενώ εξειδικεύεται η διαφοροποίηση της σύνθεσής του και η καταλληλότητα των μελών του. Τα άρθρα του νόμου προσεγγίζονται και υπό το πρίσμα μίας αξιολόγησης του συστήματος εταιρικής διακυβέρνησης του ν. 4706/20 σε αναφορά και με τις θέσεις της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως διατυπώνονται στις σχετικές αποφάσεις και εγκυκλίους της.
Το έργο, συνεπώς, δεν χρησιμεύει μόνον ως οδηγός για την εφαρμογή των νέων υποχρεώσεων που θεσπίζει αυτός ο νόμος, αλλά -παράλληλα- επιδιώκει να αποτελέσει σημείο αναφοράς για το σύστημα εταιρικής διακυβέρνησης που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα.
Σελίδα 1 από 6