Β. Αντωνόπουλος/Ε. Παλουκίδου/Α. Δεσποτίδου..., Ανώνυμες Εταιρίες, τόμ. 2, 2013

Β. Αντωνόπουλος/Ε. Παλουκίδου/Α. Δεσποτίδου..., Ανώνυμες Εταιρίες, τόμ. 2, 2013

Το παρόν έργο φιλοδοξεί να παρουσιάσει μία ολοκληρωμένη και επικαιροποιημένη προσέγγιση του κ.ν. 2190/1920 αλλά και του δικαίου των ανωνύμων εταιριών εν γένει. Προς τον σκοπό αυτόν έρχεται να παρακολουθήσει όλες τις εξελίξεις της νομοθεσίας και νομολογίας, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Οι εξελίξεις αυτές, τόσο στα πλαίσια της ΕΕ όσο και στη χώρα μας, εξακολουθούν να λαμβάνουν εκρηκτικές διαστάσεις «παρασυρόμενες» από τη συνεχώς μεταβαλλόμενη οικονομική εξέλιξη, που διέρχεται πότε την ανιούσα και πότε την κατιούσα φάση του κύκλου. Ιδιαίτερα έχει αξιοποιηθεί η συχνά μεταβαλλόμενη νομολογία, που ανοίγει, και πάντως προσπαθεί να ανοίξει, νέους δρόμους για την επίλυση των προβλημάτων που παρουσιάζει η αγορά. Κυρίως δρόμους ανοίγει η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που επηρεάζει και την ερμηνεία του εθνικού δικαίου, ακόμη και όταν τούτο δεν έχει κοινοτική προέλευση.

Σκοπός του έργου όμως δεν είναι να καταγράψει απλά τις θέσεις της νομολογίας και τις απόψεις της θεωρίας αλλά να εισφέρει στον μεταξύ τους διάλογο και κυρίως να προσφέρει πρακτικές λύσεις. Οι συνεργάτες των δύο ανά χείρας τόμων, καθώς διακρίνονται για το επιστημονικό τους ύψος, συχνά εκφράζουν καινοτόμες απόψεις, που καθοδηγούν τόσο τους νομικούς της πράξης όσο και εκείνους της θεωρίας. Οι απόψεις τους αυτές έχουν συνήθως ως γνώμονα την προστασία των συναλλασσομένων με την εταιρία, την προστασία της μειοψηφίας και την ενίσχυση της ευελιξίας, λειτουργικότητας και σταθερότητας της οντότητας αυτής.

Η κατάταξη της ύλης ακολουθεί την κλασική δομή ενός υπομνηματιστικού έργου: προτάσσεται το κείμενο του νόμου και ακολουθούν η βιβλιογραφία, τα περιεχόμενα και το αλφαβητικό ευρετήριο της οικείας συμβολής και έπεται το κείμενο της ερμηνείας. Στον πρώτο τόμο του έργου ερμηνεύονται τα άρθρα 1 έως και 17β (Κεφάλαιο πρώτο, Γενικές διατάξεις) του κ.ν. 2190/1920, ενώ, σε εκτενή αυτοτελή κεφάλαια, αναλύεται το Ευρωπαϊκό Εταιρικό Δίκαιο και η νομολογία του ΔΕΕ για τις εταιρίες. Ο δεύτερος τόμος περιέχει την ερμηνεία των άρθρων 18 έως και 24 για το Διοικητικό Συμβούλιο, με ξεχωριστό κεφάλαιο αφιερωμένο στις αμοιβές στις εισηγμένες εταιρίες και στις επιχειρήσεις του χρηματοπιστωτικού τομέα, 25 έως και 35γ για τις Γενικές Συνελεύσεις, 36 έως και 40α για τους Ελεγκτές και τα δικαιώματα μειοψηφίας και 42ε § 5 για τις συνδεδεμένες επιχειρήσεις

Σ. Μούζουλας, Το αμοιβαίο κεφάλαιο (οικο)νομική οντότητα, 2009

Σ. Μούζουλας, Το αμοιβαίο κεφάλαιο (οικο)νομική οντότητα, 2009

Το αντικείμενο μελέτης που πραγματεύεται το παρόν τεύχος, έχει ως αφετηρία την αναζήτηση των στοιχείων που διαφοροποιούν το αμοιβαίο κεφάλαιο, ως (οικο)νομική οντότητα, από άλλα (οικο)νομικά μορφώματα, τα οποία προτείνονται ως επενδυτικά μέσα. Αυτή η διαφοροποίηση, που θεμελιώνεται σε μία sui generis νομική φύση, εκδηλώνεται καταρχήν κατά την έναρξη της «ζωής» του αμοιβαίου κεφαλαίου, δηλαδή τη σύστασή του, καθίσταται δε επίσης φανερή και κατά το πέρας της «ζωής»του κεφαλαίου, που επέρχεται με τη λύση του. Μένει η διαφοροποίηση του τρόπου λειτουργίας του αμοιβαίου κεφαλαίου, που εκδηλώνεται σε ποικίλες εκφάνσεις και που θα αποτελέσει αντικείμενο έρευνας για προσεχή τεύχη της σειράς του δικαίου των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων.
Σ. Μούζουλας, Ευθύνη της Α.Ε.Δ.Α.Κ. για την κατάχρηση ποσού επένδυσης σε αμοιβαίο κεφάλαιο, 2008

Σ. Μούζουλας, Ευθύνη της Α.Ε.Δ.Α.Κ. για την κατάχρηση ποσού επένδυσης σε αμοιβαίο κεφάλαιο, 2008

Με το παρόν τεύχος, εγκαινιάζεται η σειρά του «δικαίου των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων». Αυτή η σειρά, η ιδέα της οποίας ανήκει στον εκδότη της κ. Παναγιώτη Σάκκουλα, σταδιακά, θα επιχειρήσει να καλύπτει ολοένα και μεγαλύτερο μέρος ενός συστήματος κανόνων που τείνει να αυτονομηθεί, σε σχέση με το γενικότερο νομικό πλαίσιο, το οποίο έχει ως αντικείμενο την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών. Αυτή η αυτονόμηση βρίσκει τις ρίζες της, πέρα από την ιδιαιτερότητα που παρουσιάζει η συλλογική διαχείριση, στην πολιτική των οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δεν εντάσσουν τη διαχείριση οργανισμών συλλογικών επενδύσεων μεταξύ των επενδυτικών υπηρεσιών τις οποίες ρυθμίζει η οδηγία για τα χρηματοπιστωτικά μέσα (οδηγία MiFID). Η σειρά, με την αποσπασματική μελέτη του δικαίου των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων, ακολουθεί κατά κάποιο τρόπο τη διαδικασία «σαλαμοποίησης» που εκφράζει ο εναρμονισμός των εθνικών δικαίων, ο οποίος επεκτείνεται κατά στάδια, με την προοπτική να λάβει το μεγαλύτερο δυνατό εύρος. Αυτή η προοπτική, ως στόχος, τίθεται και για την παρούσα σειρά. Θα ακολουθήσουν και άλλα τεύχη, που θα εκδίδονται σε τακτά χρονικά διαστήματα, ανάλογα και με τις εξελίξεις της νομοθεσίας. Αυτές οι εξελίξεις αναμένονται ραγδαίες, με την έναρξη των εργασιών για την οδηγία ΟΣΕΚΑ IV, η οποία θα δώσει νέο έναυσμα για τη μελέτη πρόσθετων ζητημάτων, πέρα από αυτά που ανακύπτουν από την εφαρμογή της οδηγίας 85/611, όπως ισχύει σήμερα και του ελληνικού ν. 3283/04. Η σειρά θα καλύψει και θέματα οργανισμών συλλογικών επενδύσεων κλειστού τύπου, τα οποία, ως προς το ελληνικό δίκαιο, άπτονται του τρόπου λειτουργίας των εταιριών επενδύσεων χαρτοφυλακίου του ν. 3371/05, καθώς και οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ειδικής μορφής, όπως οι οργανισμοί που επενδύουν σε ακίνητη περιουσία του ν. 2778/99. Ελπίζουμε ότι η ιδέα της ανάλυσης του δικαίου των οργανισμών συλλογικών επενδύσεων σε αυτοτελείς μελέτες θα υλοποιηθεί, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, συμβάλλοντας τόσο στην ορθή εφαρμογή των σχετικών κανόνων όσο και στη συστηματική ερμηνεία τους.